Οι ενδομητρικοί πολύποδες είναι καλοήθεις υπερπλαστικές εστίες του ενδομητρίου, που προβάλλουν στην κοιλότητα της μήτρας. Εμφανίζονται συχνότερα σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και στην περιεμμηνόπαυση, προκαλώντας διαταραχές της εμμήνου ρύσεως, υπογονιμότητα ή αιμορραγία μετά την εμμηνόπαυση. Η σωστή διάγνωση και αντιμετώπιση είναι σημαντική, καθώς ορισμένοι πολύποδες μπορεί να παρουσιάζουν υπερανάπτυξη ή, σπανιότερα, δυσπλασία/κακοήθεια.
Επιδημιολογία
Οι πολύποδες της μήτρας εκτιμώνται ότι απαντώνται στο 10-24% των γυναικών που υποβάλλονται σε διερεύνηση για αιμορραγία ή υπογονιμότητα, ενώ η συχνότητα αυξάνει με την ηλικία και ειδικά στην περιεμμηνόπαυση. Η ακριβής επίπτωση ποικίλει ανάλογα με τον πληθυσμό και τη χρησιμοποιηθείσα διαγνωστική μέθοδο.
Παθογένεια και παράγοντες κινδύνου
Προέρχονται από το ενδομήτριο και συχνά σχετίζονται με εστιακή υπερέκκριση οιστρογόνων ή μειωμένη δράση προγεστερόνης.
Παράγοντες κινδύνου: προχωρημένη ηλικία αναπαραγωγής, παχυσαρκία, υπέρταση, υπερινσουλινισμός/διαβήτης, θεραπεία με ταμοξιφένη.
Ορμονικοί μηχανισμοί και τοπικές αυξητικές παραγόντων (growth factors) φαίνεται να συμμετέχουν στην ανάπτυξη.
Κλινική εικόνα
Συμπτώματα: μηνορραγία, μητρορραγία, ασταθής ή βαριά εμμηνορρυσία, επίμονος πόνος (σπανίως), υπογονιμότητα.
Σε πολλές γυναίκες οι πολύποδες είναι ασυμπτωματικοί και εντοπίζονται τυχαία.
Μετά την εμμηνόπαυση, οποιαδήποτε κολπική αιμόρροια απαιτεί πλήρη διερεύνηση λόγω αυξημένης πιθανότητας παθολογίας.
Διάγνωση
Κολπικό υπερηχογράφημα (transvaginal ultrasound): αρχική απεικονιστική μέθοδος, μπορεί να δείξει ενδομητρική εστία.
Υπερηχογραφική σάρωση με υδροσαλπιγγογραφία/υδροαλάκωση (sonohysterography), αυξάνει την ευαισθησία και ειδικότητα για ενδομητρικά ευρήματα.
Υστεροσκόπηση, ο «χρυσός» τρόπος διάγνωσης και ταυτόχρονης θεραπείας: επιτρέπει άμεση απεικόνιση και εκτομή του πολύποδα με βιοψία.
Ιστολογική εξέταση του εκτομηθέντος ιστού είναι απαραίτητη για τον αποκλεισμό δυσπλασίας ή κακοήθειας.
Θεραπεία
Παρακολούθηση: σε μικρούς, ασυμπτωματικούς πολύποδες σε νεαρές γυναίκες μπορεί να γίνει αναμονή με τακτική απεικόνιση.
Χειρουργική αφαίρεση (πολυπεκτομή): συνιστάται σε συμπτωματικές γυναίκες, σε γυναίκες με υπογονιμότητα, και σε όλες τις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση με ενδομητρική βλάβη. Η υστεροσκοπική εκτομή είναι προτιμητέα, καθώς υπάρχει μικρότερη νοσηρότητα, καλύτερη οπτική και δυνατότητα πλήρους αφαίρεσης.
Ενδοφλέβια/τοπική θεραπεία με ορμονικά σκευάσματα μπορεί να μειώσει συμπτώματα προσωρινά αλλά δεν αντικαθιστά τη χειρουργική αφαίρεση όταν αυτή είναι ενδεικνυόμενη.
Υπογονιμότητα και αντίκτυπος στη γονιμότητα
Ενδομητρικοί πολύποδες μπορεί να επηρεάζουν την εμφύτευση και να σχετίζονται με μειωμένα ποσοστά εγκυμοσύνης.
Η υστεροσκοπική εκτομή πριν από θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχει συσχετιστεί με βελτίωση των ποσοστών εγκυμοσύνης σε ορισμένες μελέτες.
Κίνδυνος κακοήθειας
Ο κίνδυνος μεταπλασίας/κακοήθειας σε ενδομητρικό πολύποδα είναι γενικά χαμηλός αλλά αυξάνει με την ηλικία, την παρουσία κολπικής αιμόρροιας μετά την εμμηνόπαυση, και συνυπάρχοντες παράγοντες κινδύνου.
Γι’ αυτό, η ιστολογική εξέταση των εκτομηθέντων πολύποδων είναι υποχρεωτική.
Παρακολούθηση και πρόληψη
Μετά από εκτομή, η παρακολούθηση καθορίζεται από την κλινική εικόνα και το ιστορικό. Συγκεκριμένα, σε ασθενείς με συμπτώματα ή επανεμφάνιση συνιστάται επανάληψη υπερηχογραφίας/υστεροσκόπησης.
Διάβητες/παχύσαρκες γυναίκες και αυτές σε θεραπεία με οιστρογόνα χρήζουν προσοχής και τακτικής εκτίμησης.
Καμία ειδική στρατηγική πρόληψης δεν έχει καθολική απόδειξη. Ο έλεγχος και η έγκαιρη διερεύνηση αιμορραγιών παραμένει κεντρικός.
Πρακτικές συστάσεις
Οποιαδήποτε παθολογική αιμορραγία απαιτεί διερεύνηση.
Η υστεροσκόπηση με πολυπεκτομή και ιστολογική εξέταση είναι η μέθοδος επιλογής για συμπτωματικούς πολύποδες.
Σε γυναίκες με υπογονιμότητα θεωρείται συχνά επωφελής η εκτομή του πολύποδα πριν υποβληθούν σε εξωσωματική.
Μετά την εμμηνόπαυση, κάθε ενδομητρικό εύρημα πρέπει να εκτιμάται με αυξημένη επαγρύπνηση.
Συμπέρασμα
Οι ενδομητρικοί πολύποδες είναι σχετικά συχνές παθήσεις με σημαντική επίπτωση στην ποιότητα ζωής και στη γονιμότητα. Η έγκαιρη διάγνωση με απεικονιστικές μεθόδους και η θεραπεία, κυρίως υστεροσκοπική εκτομή με ιστολογική επιβεβαίωση, εξασφαλίζουν την κατάλληλη φροντίδα και τον αποκλεισμό σοβαρότερων παθολογιών. Ο εξατομικευμένος ιατρικός σχεδιασμός, με βάση την ηλικία, τα συμπτώματα και τους παράγοντες κινδύνου, είναι απαραίτητος.

